|
English Translation |
|
More meanings for αποδεικτικό παράδοσης (apodeiktikó parádosis)
See Also in English
delivery
noun
|
|
διανομή,
γέννα,
τοκετός,
απαγγελία,
παράδοση εμπορεύματος
|
proof
noun, adjective
|
|
απόδειξη,
δοκίμιο,
δοκιμή,
έλεγχος,
ασφαλής
|
of
preposition
|
|
του,
από
|
|
|
|
|
|
|