|
English Translation |
|
More meanings for σύντομος (sýntomos)
brief
adjective
|
|
βραχύς
|
summary
adjective
|
|
συνοπτικός,
περηλιπτικός
|
concise
adjective
|
|
συνοπτικός,
περιεκτικός,
μεστός,
λακωνικός,
περιληπτικός
|
curt
adjective
|
|
απότομος,
κοφτός,
ξερός
|
sententious
adjective
|
|
αποφθεγματικός,
πληκτικός,
σημαντικός
|
tabloid
noun
|
|
εφημερίδα μικρού σχήματος,
χάπι,
πινακίς,
ημίφυλλος εφημερίδα
|
See Also in Greek
Similar Words
Nearby Translations
|
|
|
|
|
|